εναντιωματικός

εναντιωματικός
η , ό[ν]
1) противодействующий, препятствующий; 2) грам, противительный

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "εναντιωματικός" в других словарях:

  • ἐναντιωματικός — marking opposition masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εναντιωματικός — ή, ό (AM ἐναντιωματικός, ή, όν) γραμμ. (για σύνδ., πρότ. ή μτχ.) αυτός που δηλώνει αντίθεση, εναντίωση («εναντιωματικοί σύνδεσμοι», «εναντιωματικές προτάσεις», «εναντιωματικές μετοχές») μσν. (για διαθήκη) αυτή που προσβάλλεται από τους… …   Dictionary of Greek

  • εναντιωματικός — ή, ό επίρρ. ά που δηλώνει εναντίωση, αντιθετικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐναντιωματικά — ἐναντιωματικός marking opposition neut nom/voc/acc pl ἐναντιωματικά̱ , ἐναντιωματικός marking opposition fem nom/voc/acc dual ἐναντιωματικά̱ , ἐναντιωματικός marking opposition fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικῶν — ἐναντιωματικός marking opposition fem gen pl ἐναντιωματικός marking opposition masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικόν — ἐναντιωματικός marking opposition masc acc sg ἐναντιωματικός marking opposition neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικοί — ἐναντιωματικός marking opposition masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικοῦ — ἐναντιωματικός marking opposition masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικούς — ἐναντιωματικός marking opposition masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικῆς — ἐναντιωματικός marking opposition fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιωματικῶς — ἐναντιωματικός marking opposition adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»